Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐς Ἰθώμην

См. также в других словарях:

  • Ἰθώμην — Ἰθώμη fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ithome — (altgriechisch feminin: Ἰθώμη) ist der Name zwei antiker griechischer Orte. Historisch bekannter und bedeutender ist Ithome in Messenien. Ithome in Messenien Ithome in Thessalien[1], ein Kastell in Thessalien, in der Landschaft Πελασγιῶτισ =… …   Deutsch Wikipedia

  • κλιμακόεις — κλιμακόεις, εσσα, εν (Α) αυτός που έχει βαθμίδες, σκαλοπάτια, ο κατασκευασμένος κατά βαθμίδες, κλιμακωτός («Ἰθώμην κλιμακόεσσαν», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κλῖμαξ, ακος + επίθημα όεις (πρβλ. δροσ όεις, μηχαν όεις)] …   Dictionary of Greek

  • κλωμακόεις — κλωμακόεις, εσσα, εν (Α) γεμάτος πέτρες, τραχύς, πετρώδης («Ἰθώμην κλωμακόεσσαν», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κλῶμαξ, κος «σωρός από πέτρες» + κατάλ. όεις (πρβλ. δαιδαλ όεις, κυματ όεις)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»